ΕΝΟΤΗΤΕΣ
Το δυσπλαστικό ισχίο είναι άρθρωση που δεν έχει αναπτυχθεί σωστά, όπως έχει συμβεί με την άρθρωση του φυσιολογικού ισχίου και έχει αλλοιωμένες / παραμορφωμένες τις παραμέτρους που συναντούμε στο φυσιολογικό ισχίο. Ειδικότερα, η δυσπλαστική κοτύλη (αρθρική επιφάνεια από τη μεριά της λεκάνης) είναι αβαθής, ρηχή, με «ανοικτή» την οροφή της και ελλειμματικό το πρόσθιο ή το οπίσθιο τοίχωμα, έτσι ώστε δεν αποτελεί πλέον μία «ημισφαιρική» κοιλότητα. Αντίστοιχη και συμμετρική είναι η εικόνα της μηριαίας κεφαλής η οποία αναπτύσσεται κατ’ αναλογία της ανάπτυξης της κοτύλης. Έτσι παρατηρούμε αυτό που λέγεται «συμμετρική ασυμμετρία» (congruent incongruity) δηλαδή η μηριαία κεφαλή ταιριάζει με την κοτύλη (διατηρούν την παραλληλότητα των αρθρικών τους επιφανειών), παρόλο που και οι δύο είναι παραμορφωμένες, διατηρώντας όμως τη μεταξύ τους συνάφεια και επαφή.
Γενικώς υπάρχουν τριών ειδών δυσπλαστικά ισχία ανάλογα με την μορφολογία τους και ανάλογα με το πόσο υψηλά βρίσκονται σε σχέση με την φυσιολογική θέση της αρθρικής επιφάνειας της κοτύλης. Έτσι έχουμε :
1) το δυσπλαστικό ισχίο ή απλώς «δυσπλασία» όπου η κοτύλη γενικά είναι πιο «ανοικτή» αλλά είναι χαμηλό,
2) το χαμηλό εξάρθρημα του ισχίου
3) το υψηλό εξάρθρημα του ισχίου, το οποίο και εξετάζεται παρακάτω στη συνέχεια ως πιο «σύνθετο».
Η πρώτη κατηγορία (δυσπλασία) είναι σύνθετη κατάσταση και απαιτεί προσοχή γιατί ενώ είναι σχεδόν στην φυσιολογική θέση η κοτύλη, η αρθρική επιφάνεια της κοτύλης είναι «ανοικτή» στην οροφή της με αποτέλεσμα δεν είναι μια σφαιρική κοιλότητα αλλά είναι ωοειδούς σχήματος. Επειδή όμως τα εμφυτεύματα μας είναι σφαιρικά, ενδέχεται να μην έχει πολύ καλή κάλυψη το εμφύτευμα της κοτύλης από το οστούν, με αποτέλεσμα να μην μπορεί να σταθεροποιηθεί, ή ακόμη και αν σταθεροποιηθεί και συγκρατηθεί με κοχλίες (βίδες), αργότερα μόλις πατήσει το πόδι ο ασθενής και φορτιστεί η κοτύλη να μετακινηθεί το εμφύτευμα. Ή ακόμη κι αν ενσωματωθεί το εμφύτευμα και όλα δείχνουν να βαίνουν καλώς, επειδή δεν θα έχει ενσωματωθεί στο ανώτερο τμήμα του σε μεγάλο τμήμα της περιφέρειας του , ενδέχεται να χαλαρώσει πολύ συντομότερα από ότι σε μια διαφορετική φυσιολογική περίπτωση όπου το εμφύτευμα της κοτύλης θα είχε πλήρη επαφή με το οστούν της κοτύλης. Συνεπώς απαιτείται προσοχή στην εισαγωγή του εμφυτεύματος και ειδικές τεχνικές για να καλυφθεί το κενό που παραμένει στην κοτύλη με οστικό μόσχευμα ευμέγεθες η κρουτόν (impaction grafting), ή μπορεί να τοποθετηθεί και «σφήνα» (augment) τανταλίου.
Η μεσαία κατηγορία, στο λεγόμενο «χαμηλό εξάρθρημα», η κοτύλη είναι σε πιο υψηλή από την κανονική θέση, αλλά είναι σχηματισμένη και είναι ημισφαιρική. Πάντως και σ’ αυτή την περίπτωση χρειάζεται το εμφύτευμα την κοτύλης να τοποθετηθεί στην φυσιολογική του θέση και όχι στην λανθασμένη υψηλή θέση γιατί σε τέτοια περίπτωση αδυνατίζει πάρα πολύ το ισχίο και γενικά ο μοχλοβραχίονας των απαγωγών – με αποτέλεσμα επειδή ο ασθενής θα έχει μυϊκή αδυναμία ουσιαστικά να έχει μόνιμη χωλότητα (να κουτσαίνει).
Στα δυσπλαστικά ισχία λόγω της μη φυσιολογικής ανάπτυξης της άρθρωσης, έχουμε σαν αναπόφευκτο αποτέλεσμα την επέλευση της οστεοαρθρίτιδας πολύ νωρίτερα από ότι σε ένα άλλο φυσιολογικό ισχίο, με αποτέλεσμα οι ασθενείς να πάσχουν από βαριά οστεοαρθρίτιδα στην ηλικία των 40-45 -50 ετών και να απαιτείται χειρουργική επέμβαση.